Καλωσήρθες στο καροτάκι, μια συλλογή από αφηγήσεις επικής ανόδου και κλασικής παρακμής, ή αλλιώς, στοχασμοί πάνω στο γιατί όλοι εμείς γουστάρουμε τρελά να μιζεριάζουμε και να ελπίζουμε σαν να μην υπάρχει αύριο.

Επεξηγήσεις

+ Σχολίασε πρώτος
Βρίσκω πολύ ελκυστικές απόψεις ανθρώπων σαν τη Σώτη Τριανταφύλλου, το Στέλιο Ράμφο, το Νίκο Δήμου. Το κοινό όλων τους είναι ότι έδειξαν σαφή συμπάθεια προς έναν φιλελεύθερο σοσιαλισμό.

Φυσικά ο σοσιαλισμός και ο φιλελευθερισμός μπορούν να βεθούν μαζί. Εξηγώ το γιατί εδώ. Το θέμα είναι πώς γεφυρώνονται σήμερα στην παγκόσμια και ελληνική συνθήκη με τρόπο πειστικό, ο οποίος θα συνδυάζει ενοράσεις και θα προσφέρει λύσεις.

Βέβαια, συχνότατα τα λεγόμενα των προαναφερθέντων γίνονται αντιληπτά ως θέσεις που υποστηρίζουν το σοσιαλισμό μόνο κατ' όνομα. Δεν πιστεύω ότι είναι έτσι και γι' αυτό ασχολούμαι σε αυτή τη φάση με εκείνους.

Δίκαιο μένος

+ Σχολίασε πρώτος
Σε μια παθιασμένα θυμωμένη του ανάρτηση, ο elf at bay συνοψίζει με χειρουργική ευστοχία τις εξελίξεις των τελευταίων ημερών, περνά στην επισήμανση ότι δεν υπάρχει συναίσθηση ή έννοια δημόσιου χώρου στην ελληνική νοόσφαιρα και καταλήγει ότι είμαστε όλοι μόνοι, όπως ακριβώς τιτλοφορεί το άρθρο του.

Η αίσθηση που μου δίνουν οι μακρές του περίοδοι όπου τα νοήματα διαδέχονται το ένα το άλλο αστραπιαία κι επίπονα, σαν ριπές αυτόματου πολυβόλου, είναι ότι αντιλαμβάνεται την ελληνική κοινωνία ως ένα σύνολο παράλληλων μονολόγων των οποίων η μόνη κοινή διοχέτευση είναι οι διάφοροι κομματικοί ιδεολογικοί ανορθολογισμοί, με προεξάρχοντα, φυσικά, τον ιδεολογικό ανορθολογισμό που κυβερνά αυτή τη στιγμή.

Συμπάσχω απόλυτα με τη θέση του ότι οι πιέσεις για πλειστηριασμούς στην πρώτη κατοικία δείχνουν να μην αφορούν εκείνους που βλέπουν τις δικές τους επιθυμίες και συμφέροντα να στηρίζονται (και από) την παρούσα κυβέρνηση, και ότι κάτι τέτοιο δεν είναι και πολύ συμβατό με τον μανδύα της δικαιοσύνης που επικαλούνται πολλοί από τους υποστηρικτές της παρούσας κυβέρνησης. Για την ακρίβεια μοιάζει πολύ με υποκρισία.

Αυτό που με απασχολεί είναι ένα κοινό μοτίβο σε κείμενα ανθρώπων που συνδυάζουν την κοινωνική ευαισθησία με την προσήλωση στο φιλελεύθερο πρότυπο της αυτοδιάθεσης του ατόμου: καταλήγουν να επιχειρηματολούν κατά της μάζας και των επιλογών της. Το πρόβλημα με την απόδοση ευθυνών στην κοινωνία από την πλευρά του φιλελευθερισμού δείχνει το πόσο αχώνευτα παραμένουν στη σκέψη πολλών από εμάς (του εαυτού μου περιλαμβανόμενου) κάποια βασικά σημεία εκκίνησης.

Ο φιλελευθερισμός είναι μία πολιτική θέση που αφορά μια διακυβέρνηση χωρίς ποδηγέτηση. Οι κοινωνικές ευαισθησίες προέρχονται από την ευρωπαϊκή σοσιαλιστική παράδοση, η οποία εφαρμόζοντας μια αναδιανεμητική λογική επιθυμεί την εξομάλυνση κοινωνικών ανισορροπιών, η οποία εξομάλυνση με τη σειρά της λειτουργεί ως επένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό της χώρας. Οι κοινωνικές ευαισθησίες, δηλαδή, έχουν την προέλευσή τους σε οικονομική, παρά σε πολιτική, θεώρηση.

Αυτό που αδυνατώ να καταλάβω είναι πώς κάποιος εμφορούμενος από φιλελεύθερες αρχές καταλήγει στην απόδοση ευθυνών στην κοινωνία για μία συγκεκριμένη κατάσταση αφού στην φιλελεύθερη θεώρηση η κοινωνία δεν φιγουράρει και τόσο σημαντικά.

Ξορκίζοντας τον καταναλωτισμό

+ Σχολίασε πρώτος
Είναι κάποιες μέρες που αφιερώνω κάμποσο χρόνο να βλέπω τι άρθρα αναβάζουν στην Athens Voice. Μεταξύ μας, νομίζω ότι το κάνω από νοσταλγία. Πάρα πολλές φορές όλο το έντυπο ζέχνει αμεριμνησία δεκαοχτάχρονου. Μερικές φορές, με τη βοήθεια των συντακτών της, η εφημερίδα κατορθώνει να ξεπεράσει τον εαυτό της σε αφέλεια.

Κι εκεί που τελειώνω την ανάγνωση ενός κομματιού που στηλιτεύει τα συντηρητικά πρότυπα που προωθούν πολλοί επιτυχημένοι youtubers, συμπέρασμα συνοδευμένο με την επισήμανση ότι ανάμεσα σε αυτά τα συντηρητικά πρότυπα βρίσκεται και ο καταναλωτισμός, πέφτω πάνω σε συνδέσμους που οδηγούν στην παρουσίαση των νέων ρολογιών της Swatch και σε ανακοίνωση για το νέο κατάστημα της Η&Μ, που θα είναι και το μεγαλύτερο στην Ελλάδα.

Θέλουμε και ολίγη κατανάλωση τελικά - ή μήπως όχι;

Ο καιρός των αδιόριστων

+ Σχολίασε πρώτος
Υπήρξε καιρός που ένα σωρό απόφοιτοι διαφόρων σχολών διεκδικούσαν το διορισμό τους ως καθηγητές. Εκείνο τον καιρό ο Νίκος Δήμου σχολίαζε:

Την έκφραση "αδιόριστοι καθηγητές" την έχω ακούσει γύρω στις δύο χιλιάδες φορές τον τελευταίο καιρό. Κάπου γύρω στην 1960στή φορά με έκανε να αναπηδήσω. Κατάλαβα πως, στις δύο αυτές λέξεις, κρύβεται η ταυτότητα όλων μας.

Φυσικά, "αδιόριστοι καθηγητές" δεν υπάρχουν. Πρόκειται απλά για πτυχιούχους Ανωτάτων Σχολών που θα ήθελαν να διοριστούν. Που ελπίζουν κάποτε να γίνουν καθηγητές. Αλλά σήμερα δεν είναι καθηγητές - ούτε διορισμένοι, ούτε αδιόριστοι.

Φυσικά, ο Δήμου αναπήδησε αφού συνειδητοποίησε την επιθυμία αυτών των ανθρώπων για απορρόφησή τους στο δημόσιο τομέα. Το θέμα είναι ότι πολλοί από αυτούς εργάζονταν ήδη σαν καθηγητές σε φροντιστήρια ή προσφέροντας ιδιαίτερα μαθήματα εργαζόμενοι ως ελεύθεροι επαγγελματίες - σχεδόν όλοι αμοιβόμενοι με αφορολόγητα χρήματα.

Η μαχητική διάθεση του Δήμου και η διάθεσή του να μας συνετίσει με ψυχρολουσία δεν κάνουν άμεσα αντιληπτό το μήνυμα: Περιμέναμε από το κράτος να μας οργανώσει τη ζωή. Πολλοί μπορεί να το περιμένουν ακόμα. Είμαι βέβαιος ότι ακόμα και αν το περιμένουν κάποιοι είναι βέβαιο ότι δεν θα το περιμένουν όπως το προσδοκούσαμε εκείνα τα χρόνια του εκσυγχρονισμού.

Πλέοντας περίφημα

+ Σχολίασε πρώτος
Διάβασα την αναδημοσίευση του "Πλού" του Νίκου Δήμου. Ανακάλυψα εκ των υστέρων ότι υπάρχει αναρτημένη και στην ιστοσελίδα του. Περνώντας από λέξη σε λέξη δεν μπορούσα παρά να μειδιάσω.

Καθώς το πλοίο βουλιάζει το πλήρωμα είναι απασχολημένο να διεκδικεί αιτήματα, οι επιβάτες να τη βγάλουν στο τζάμπα, καταφεύγοντας ακόμα και στην κατάληψη του μπαρ προκειμένου να ικανοποιήσουν τις επιθυμίες τους δωρεάν. Η διαστρεβλωμένη αντίληψη των όσων συμβαίνουν δεν εγκαταλείπει τους επιβαίνοντες του καταδικασμένου σκάφους ακόμα και όταν η κλίση του γίνεται εμφανής, ούτε όταν σβήσουν τα φώτα του.

Η αλληγορία αναφέρεται εμφανώς στα τεκταινόμενα στην σύγχρονη ελληνική κοινωνία και μάλιστα είναι τόσο διαχρονική, ώστε το κείμενο να απευθύνεται τόσο στους αναγνώστες του 1990, όσο και σε αυτούς του Σεπτεμβρίου του 2014.

Το εξώφθαλμα κοινό σημείο αναφοράς ανάμεσα στο '90 και το '14 είναι... το κοινό. Η κοινωνία, δηλαδή, που διατηρεί απαράλλαχτους κάποιους τύπους αντιδράσεων και στοχεύσεων. Ο Δήμου, θα μας πληροφορήσει κάποιος μετά από μια πρώτη ανάγνωση, στηλιτεύει την ανωριμότητα μας. Άψογα. Ποια ανωριμότητα απ' όσες έχουμε διαπράξει όμως;

Το Σεπτέμβριο του '14 η κυρίαρχη βαβούρα ήταν εκείνη που είχε προκληθεί από την εισαγωγή του ΕΝΦΙΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ ερχόταν πρώτος στις δημοσκοπήσεις και είχε αρχίσει ήδη η συζήτηση για εκλογές με αφορμή την προεδρική εκλογή. Η κυβέρνηση Σαμαρά είχε επιλέξει να αγνοήσει τον όποιο μεταρρυθμιστικό οίστρο ήδη από τον Ιούνιο.

Το Φεβρουάριο του '90 τη διακυβέρνηση της χώρας είχε μια οικουμενική κυβέρνηση με συμμετοχή όλων των κομμάτων και πρωθυπουργό τον Ξενοφώντα Ζολώτα. Μετά από επαναλαμβανόμενες εκλογές και ακυβερνησία, η χώρα μόλις είχε διαφύγει τον κίνδυνο χρεοκοπίας.

Δεν μπορώ παρά να καταλήξω ότι για τον αμέριμνο πλουν του σκάφους δεν ευθύνονται μόνο οι επιβάτες και το πλήρωμα, αλλά και ο πλοίαρχος με τους αξιωματικούς του. Για την ιστορία, την κρίση εκείνη διαδέχτηκε η ευμάρεια των ετών 1996-2009.



Κυνηγώντας την άψογη φόρμα

+ Σχολίασε πρώτος
Το κυνήγι της μορφής. Αυτό με άφησε να καταλάβω ότι είναι η λογοτεχνία η Σώτη Τριανταφύλλου. Το ανήλεο κυνήγι της φόρμας μέσα από την οποία οι απροσδιόριστοι κανόνες της έκφρασης θα οδηγήσουν το χέρι του γραφιά να καταλήξει να σμιλέψει το απόλυτα όμορφο.

Ή, ίσως και να κάνω λάθος: βρήκα συνεντεύξεις της στο δίκτυο. Παλιές και καινούριες. Παλιά έλεγε ότι το γράψιμο δεν είναι δύσκολη δουλειά. Λίγο επιπόλαιη κρίση: Απλό είναι, όχι εύκολο. Φαντάζομαι θα το ξέρει πολύ καλά ότι και τα πιο απλά πράγματα θέλουν πολλή επιμονή κι εκεί είναι που το πράγμα ζορίζει. (Γίνεται παλούκι βασικά).

Στις καινούριες της συνεντεύξεις έχει γλυκάνει. Η αλήθεια είναι ότι την είχα προσέξει από καιρό, γιατί κάτι με αναστάτωνε με τον τρόπο προφορικής της έκφρασης. Με αναστάτωνε και με αναστατώνει ακόμα με την αρθρογραφία της. Δεν με αναστατώνει ευχάριστα. Δεν είναι οι απελπισμένες αναλύσεις και οι μαύρες προφητείες που βγαίνουν ενίοτε από τα χέρια της. Δεν με ενοχλούν τα ζοφερά πολιτικο-ιδεολογικά περιεχόμενα, ούτε με αναστατώνει να μου βαρούν καμπανάκια συναγερμού. Με αναστατώνει που τη βλέπω να πασχίζει σχεδόν απελπισμένα να μας πείσει για τη σφαλερότητα των τρόπων μας, για την εσωστρέφεια της συλλογικής μας ψυχής, για τη νωθρότητα των αντιδράσεών μας, για τον αυτισμό του πολιτισμού μας.

Δεν με ενοχλεί που έχει συχνότερα άδικο παρά δίκιο. Με πειράζει όμως η ένταση αυτή, γιατί καλύπτει τη μορφή και δεν αφήνει τίποτα μελωδικό από τις κατακτήσεις της στο λόγο να βγει στην επιφάνεια. Η Σώτη Τριανταφύλλου είναι ροκ. Αλλά μήπως είναι τόσο πολύ ροκ από την προσπάθεια να κρύψει ότι κι αυτή, όπως όλοι μας, είναι στο τέλος-τέλος ευάλωτη;